Η ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου έγινε στις 9 Μαΐου 1998, Σάββατο και τότε...
Είναι το ερώτημα που έρχεται στα χείλη όλων των πιστών οι οποίοι παρακολουθούν όσα διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα με αφορμή την κρίση του κορονοϊού και τα πρωτοφανή περιοριστικά μέτρα και στις εκκλησίες: “Αν ζούσε ο Χριστόδουλος θα γίνονταν αυτά;”...
Μια πρώτη απάντηση έδωσε ο...
Μητροπολίτης Κερκύρας Νεκτάριος τις προάλλες λέγοντας ξεκάθαρα πως “Ο Χριστόδουλος δεν θα κρυβόταν”...
Σαν σήμερα λοιπόν το 1998 ενθρονίζεται ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος.
Ο επιβατήριος λόγος του είναι ανατριχιαστικά επίκαιρος!
“Συνεχόμαστε από βαθειά συναίσθηση της επείγουσας ανάγκης πού έχει ο λαός μας να δει τις προσδοκίες πού στηρίζει στην Εκκλησία του να δικαιώνονται πλήρως. Του λαού μας σφοδρή επιθυμία είναι οι Ποιμένες του να είναι με συνείδηση των καιρών, Πατέρες οραματιστές, Ποιμένες με προοπτική μέλλοντος, με δυνατότητα ορθών επιλογών, με διάθεση αυτοθυσίας και αυτοπροσφοράς για την αντιμετώπιση των πολλών και υπαρκτών προβλημάτων του, με παράδειγμα αυτοθυσίας. Γύρω από τέτοιους Ποιμένες θέλει ο λαός μας να συσπειρωθεί. (...) Ο λαός μας -πολλά είναι τα σημάδια γι΄ αυτό- στρέφεται και πάλι προς την Εκκλησία, την βρυσομάνα το έθνους, και προσδοκά από αυτήν το όραμα ζωής, το νόημα πού του λείπει. Ζητά απεγνωσμένα την καλοσύνη της, τη φιλευσπλαχνία της, τη μακροθυμία και το έλεος της, το μήνυμα της ελευθερίας και της δικαιοσύνης πού κομίζει για να πεισθεί να πέσει στην αγκαλιά της.
Η πρόκληση για την Εκκλησία είναι ιστορική. Οφείλει να διατυπώσει ένα νέο λόγο με δύναμη και προοπτική, για να είναι πάντοτε ζωντανή η παρουσία της στο σύγχρονο κόσμο. Οι καιροί αξιώνουν από την Εκκλησία να λάβει, με θεμέλιο την παράδοση και με σεβασμό στον πυρήνα της ουσίας της, θαρραλέες αποφάσεις και να κάνει γενναίες τομές για να φέρει την ποθητή μεταμόρφωση και την αναγκαία εξυγίανση. Αυτή η μεταμόρφωση και η εξυγίανση μας υποχρεώνουν τώρα στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης και της μετα-νεωτερικότητας, της μετα-βιομηχανικής εποχής και της ψηφιακής πληροφορίας να εγκαταλείψουμε την αυτάρεσκη εσωστρέφειά μας και να διαλεχθούμε δημιουργικά και τολμηρά με τον κόσμο, για να τον πείσουμε για την αξιοπιστία του μηνύματός μας. Δεν μας χρειάζονται τόσο οι θριαμβολογίες για το παρελθόν, όσο η αγωνιώδης προσπάθεια να φέρουμε την Εκκλησία πιο κοντά στον κόσμο, στο λαό, στους νέους, πού βιώνουν πιο τραγικά το υπαρξιακό κενό, ζώντας σε μια κοινωνία εκκοσμικευμένη και μηδενιστική, χωρίς νόημα και περιεχόμενο. Αρκεί αυτό να γίνει με πιστότητα στην ευαγγελική αλήθεια και χωρίς την απάρνηση των αρχών της. “ ανέφερε μεταξύ άλλων.
Και συνέχισε: “Και είναι ευθύνη της Ιεραρχίας κυρίως το να μελετήσει νέους τρόπους αντιμετώπισης των ραγδαίων εξελίξεων, ώστε η Εκκλησία να είναι πάντοτε στη πρωτοπορία της επίλυσης των πνευματικών και κοινωνικών προβλημάτων του λαού μας, με τη δύναμη του φερέγγυου εκκλησιαστικού λόγου και με συγκεκριμένες καθοριστικές ενέργειές της. Η αναβάθμιση κατά ταύτα του ρόλου της Ιεραρχίας μέσα στο όλο διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας προβάλλει σαν επιτακτική προτεραιότητα. Και την προτεραιότητα αυτή προτίθεμαι να τιμήσω απ' αρχής. Πάνω στη συνοδικότητα στηρίζεται η αποτελεσματικότητα.”
“Δεν μπορεί να λειτουργήσει αξιόπιστα η Εκκλησία, ούτε να δώσει μηνύματα, να καθοδηγήσει ψυχές, να εμπνεύσει τους νέους, αν η Ιεραρχία της πρωτίστως και όλες οι άλλες έμψυχες δυνάμεις δεν συστρατευθούν πρώτες αυτές κάτω από τη σημαία της δράσης, αν δεν σηματοδοτήσουν για το πλήρωμα την εστία του αγιασμού και της ανακαίνισης. Πολλοί Ιεράρχες και λοιποί κληρικοί όλων των βαθμών και λαϊκοί, ενεργά μέλη της Εκκλησίας, αισθάνονται απωθημένοι στο περιθώριο των εκκλησιαστικών και κοινωνικών εξελίξεων, χωρίς ρόλο και χωρίς αποδοχή. Κηρύσσω από τη θέση αυτή πανστρατιά σύναξης των ικανών, των χαρισματικών και των αξίων εκ του ποιμνίου, προκειμένου να απαρτισθεί ο μεγάλος ειρηνικός στρατός της αγάπης και της δύναμης, πού θα αναλάβει με επίγνωση και συνείδηση να υποστασιάσει τις ελπίδες του λαού και τις προσδοκίες του κόσμου” τόνιζε και ποιος δεν κάνει την συσχέτιση με όσα συμβαίνουν τώρα....
Και καταλήγει: “κάθε απόπειρα αποσύνδεσης Ορθοδοξίας και Ελληνισμού συνιστά απειλή για την ενότητα του έθνους. Και είναι καθήκον όλων μας να ενισχύσουμε και όχι να χαλαρώσουμε τους δεσμούς πού μας συνδέουν με την Ορθοδοξία, να χρησιμοποιήσουμε το κριτήριο της αυτοσυντήρησης για να αξιολογήσουμε την ανάγκη να αναχαιτίσουμε, όσο είναι καιρός, τη σταδιακή υπονόμευση της ιστορικής μας αυτοσυνειδησίας, υπερασπιζόμενοι κατά αλήθειαν όχι μόνο την εκκλησιαστική Ορθοδοξία, αλλά και το πολιτιστικό θεμέλιο της εθνικές ενότητας και ομοψυχίας”
Ενώ για τις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας τονίζει: “Δεν αντιδικούμε επομένως με κανένα, δεόμεθα για σύνολη την ηγεσία το έθνους, και προσευχόμαστε να είναι ευλογημένοι οι αγώνες της για την προκοπή του Γένους. Παραλλήλως όμως δεν χαρίζουμε σε κανένα το ακριβό μας προνόμιο να έχουμε άποψη επί των καιριότερων ζητημάτων το τόπου και να την εκθέτουμε ελεύθερα, όπως τέτοιο δικαίωμα έχει σήμερα και ο τελευταίος πολίτης αυτού του τόπου. Η τέτοια παρέμβασή μας δεν συνιστά αντιδικία ούτε αμφισβήτηση. Παρεμβαίνουσα η Εκκλησία βοηθά την ηγεσία, τις δυνάμεις και το λαό στη συνειδητοποίηση των πνευματικών διαστάσεων ορισμένων επιλογών ή τάσεων”.
Σαν σήμερα λοιπόν το 1998 ενθρονίζεται ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος.
Ο επιβατήριος λόγος του είναι ανατριχιαστικά επίκαιρος!
“Συνεχόμαστε από βαθειά συναίσθηση της επείγουσας ανάγκης πού έχει ο λαός μας να δει τις προσδοκίες πού στηρίζει στην Εκκλησία του να δικαιώνονται πλήρως. Του λαού μας σφοδρή επιθυμία είναι οι Ποιμένες του να είναι με συνείδηση των καιρών, Πατέρες οραματιστές, Ποιμένες με προοπτική μέλλοντος, με δυνατότητα ορθών επιλογών, με διάθεση αυτοθυσίας και αυτοπροσφοράς για την αντιμετώπιση των πολλών και υπαρκτών προβλημάτων του, με παράδειγμα αυτοθυσίας. Γύρω από τέτοιους Ποιμένες θέλει ο λαός μας να συσπειρωθεί. (...) Ο λαός μας -πολλά είναι τα σημάδια γι΄ αυτό- στρέφεται και πάλι προς την Εκκλησία, την βρυσομάνα το έθνους, και προσδοκά από αυτήν το όραμα ζωής, το νόημα πού του λείπει. Ζητά απεγνωσμένα την καλοσύνη της, τη φιλευσπλαχνία της, τη μακροθυμία και το έλεος της, το μήνυμα της ελευθερίας και της δικαιοσύνης πού κομίζει για να πεισθεί να πέσει στην αγκαλιά της.
Η πρόκληση για την Εκκλησία είναι ιστορική. Οφείλει να διατυπώσει ένα νέο λόγο με δύναμη και προοπτική, για να είναι πάντοτε ζωντανή η παρουσία της στο σύγχρονο κόσμο. Οι καιροί αξιώνουν από την Εκκλησία να λάβει, με θεμέλιο την παράδοση και με σεβασμό στον πυρήνα της ουσίας της, θαρραλέες αποφάσεις και να κάνει γενναίες τομές για να φέρει την ποθητή μεταμόρφωση και την αναγκαία εξυγίανση. Αυτή η μεταμόρφωση και η εξυγίανση μας υποχρεώνουν τώρα στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης και της μετα-νεωτερικότητας, της μετα-βιομηχανικής εποχής και της ψηφιακής πληροφορίας να εγκαταλείψουμε την αυτάρεσκη εσωστρέφειά μας και να διαλεχθούμε δημιουργικά και τολμηρά με τον κόσμο, για να τον πείσουμε για την αξιοπιστία του μηνύματός μας. Δεν μας χρειάζονται τόσο οι θριαμβολογίες για το παρελθόν, όσο η αγωνιώδης προσπάθεια να φέρουμε την Εκκλησία πιο κοντά στον κόσμο, στο λαό, στους νέους, πού βιώνουν πιο τραγικά το υπαρξιακό κενό, ζώντας σε μια κοινωνία εκκοσμικευμένη και μηδενιστική, χωρίς νόημα και περιεχόμενο. Αρκεί αυτό να γίνει με πιστότητα στην ευαγγελική αλήθεια και χωρίς την απάρνηση των αρχών της. “ ανέφερε μεταξύ άλλων.
Και συνέχισε: “Και είναι ευθύνη της Ιεραρχίας κυρίως το να μελετήσει νέους τρόπους αντιμετώπισης των ραγδαίων εξελίξεων, ώστε η Εκκλησία να είναι πάντοτε στη πρωτοπορία της επίλυσης των πνευματικών και κοινωνικών προβλημάτων του λαού μας, με τη δύναμη του φερέγγυου εκκλησιαστικού λόγου και με συγκεκριμένες καθοριστικές ενέργειές της. Η αναβάθμιση κατά ταύτα του ρόλου της Ιεραρχίας μέσα στο όλο διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας προβάλλει σαν επιτακτική προτεραιότητα. Και την προτεραιότητα αυτή προτίθεμαι να τιμήσω απ' αρχής. Πάνω στη συνοδικότητα στηρίζεται η αποτελεσματικότητα.”
“Δεν μπορεί να λειτουργήσει αξιόπιστα η Εκκλησία, ούτε να δώσει μηνύματα, να καθοδηγήσει ψυχές, να εμπνεύσει τους νέους, αν η Ιεραρχία της πρωτίστως και όλες οι άλλες έμψυχες δυνάμεις δεν συστρατευθούν πρώτες αυτές κάτω από τη σημαία της δράσης, αν δεν σηματοδοτήσουν για το πλήρωμα την εστία του αγιασμού και της ανακαίνισης. Πολλοί Ιεράρχες και λοιποί κληρικοί όλων των βαθμών και λαϊκοί, ενεργά μέλη της Εκκλησίας, αισθάνονται απωθημένοι στο περιθώριο των εκκλησιαστικών και κοινωνικών εξελίξεων, χωρίς ρόλο και χωρίς αποδοχή. Κηρύσσω από τη θέση αυτή πανστρατιά σύναξης των ικανών, των χαρισματικών και των αξίων εκ του ποιμνίου, προκειμένου να απαρτισθεί ο μεγάλος ειρηνικός στρατός της αγάπης και της δύναμης, πού θα αναλάβει με επίγνωση και συνείδηση να υποστασιάσει τις ελπίδες του λαού και τις προσδοκίες του κόσμου” τόνιζε και ποιος δεν κάνει την συσχέτιση με όσα συμβαίνουν τώρα....
Και καταλήγει: “κάθε απόπειρα αποσύνδεσης Ορθοδοξίας και Ελληνισμού συνιστά απειλή για την ενότητα του έθνους. Και είναι καθήκον όλων μας να ενισχύσουμε και όχι να χαλαρώσουμε τους δεσμούς πού μας συνδέουν με την Ορθοδοξία, να χρησιμοποιήσουμε το κριτήριο της αυτοσυντήρησης για να αξιολογήσουμε την ανάγκη να αναχαιτίσουμε, όσο είναι καιρός, τη σταδιακή υπονόμευση της ιστορικής μας αυτοσυνειδησίας, υπερασπιζόμενοι κατά αλήθειαν όχι μόνο την εκκλησιαστική Ορθοδοξία, αλλά και το πολιτιστικό θεμέλιο της εθνικές ενότητας και ομοψυχίας”
Ενώ για τις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας τονίζει: “Δεν αντιδικούμε επομένως με κανένα, δεόμεθα για σύνολη την ηγεσία το έθνους, και προσευχόμαστε να είναι ευλογημένοι οι αγώνες της για την προκοπή του Γένους. Παραλλήλως όμως δεν χαρίζουμε σε κανένα το ακριβό μας προνόμιο να έχουμε άποψη επί των καιριότερων ζητημάτων το τόπου και να την εκθέτουμε ελεύθερα, όπως τέτοιο δικαίωμα έχει σήμερα και ο τελευταίος πολίτης αυτού του τόπου. Η τέτοια παρέμβασή μας δεν συνιστά αντιδικία ούτε αμφισβήτηση. Παρεμβαίνουσα η Εκκλησία βοηθά την ηγεσία, τις δυνάμεις και το λαό στη συνειδητοποίηση των πνευματικών διαστάσεων ορισμένων επιλογών ή τάσεων”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου